Από την πατησίων ως την αμυγδαλέζα ο «ξένιος» δίας και τα κέντρα κράτησης μεταναστών είναι πόλεμος

Τα σύνορα της ελλάδας δεν βρίσκονται μόνο στον έβρο ή στα υπόλοιπα εδαφικά της όρια. Για τους μετανάστες και τις μετανάστριες τα σύνορα αυτά βρίσκονται σε ολόκληρη την ελλαδική επικράτεια και δεν μπορούν ποτέ να τα διαβούν ολοκληρωτικά. Εμπόδιο σε αυτό είναι ένα δίκτυο σημείων ελέγχου που όλο και πυκνώνει, ένα σύνολο τειχών και συρματοπλεγμάτων που όλο και περισσότερο υψώνεται, ένα σύμπλεγμα εγκλεισμών κι   αποκλεισμών που συνεχώς απλώνεται. Και όλα αυτά οργανώνονται από ένα στρατιωτικοποιούμενο μηχανισμό ρύθμισης, καταστολής κι εκμετάλλευσης (αστυνομία, στρατός, συνοριοφύλακες και λιμενικοί, μαφία, φασίστες) και ρατσιστικού στιγματισμού και διαχείρισης (μκο, μμε) που εργάζεται προς την κατασκευή και τη διατήρηση μιας συνθήκης που θέλει τους/ις μετανάστες/τριες αποκλεισμένους/ες. Αυτός ο αποκλεισμός είναι ταυτόχρονα όμως και ο μόνος τρόπος να ενταχθούν στο κοινωνικό σώμα: ως απόλυτα υποτιμημένες ζωές, στο μεταίχμιο μεταξύ παρανομίας και νομιμότητας, ελέγχου και εγκλεισμού, οριακής επιβίωσης και θανάτου, προσμονής-ελπίδας και ματαίωσης-απόγνωσης.

Εδώ και είκοσι χρόνια, με στρατηγικό όχημα την παρανομοποίηση της μετανάστευσης και με κεντρική ιδεολογία τον κίνδυνο για την εθνική συνοχή και την ασφάλεια, οι ζωές των μεταναστών/τριών θεωρούνται ανάξιες να βιωθούν, όχι μόνο από τους κυρίαρχους αλλά και από ηθικά και πολιτισμικά εξαχρειωμένους υποτελείς. Αυτό που γινόταν σε όλη την ελλάδα για δεκαετίες, άλλοτε υπόγεια κι αόρατα και άλλοτε όχι και τόσο, τώρα θεσμοποιείται, οργανώνεται, αναβαθμίζεται ποιοτικά και ποσοτικά, αποκτά όνομα και μεταμορφώνεται στην νέα κανονικότητα, με την οποία όλοι πρέπει απαρέγκλιτα να συμμορφώνονται αν δεν θέλουν να αντιμετωπιστούν με παρόμοιες μεθόδους. Έτσι, ειδικά οι γειτονιές γύρω από την Πατησίων όπου κατοικούν πολλοί μετανάστες/τριες γίνονται τόποι διαρκούς αστυνομικού ελέγχου, μιας συνεχούς επιθετικής αστυνομικής επιχείρησης η οποία στην περίπτωση των μεταναστών/τριών παίρνει το κυνικό όνομα «Ξένιος Δίας», ενώ υπήρξε και η αντίστοιχη για τους τοξικοεξαρτημένους και άστεγους του κέντρου με την ονομασία «Θέτις». Αυτές οι επιχειρήσεις δεν έχουν ως στόχο την αντιμετώπιση κάποιας συγκεκριμένης παράβασης. Απεναντίας, παρεμβαίνουν προληπτικά και ρυθμιστικά με μεθόδους στρατιωτικής κατοχής: στρατοπέδευση στο κέντρο τεράστιων αστυνομικών δυνάμεων, βαρύς οπλισμός, συνεχείς εποχούμενες περιπολίες και έλεγχοι, μαζικές προσαγωγές και συλλήψεις, διασπορά των συλληφθέντων σε διάφορους χώρους εγκλεισμού, από τα αστυνομικά τμήματα και τις φυλακές μέχρι τα επίσημα κέντρα κράτησης, όπου κρατούνται για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα εκτός ποινικού δίκαιου, στο έλεος μιας εκτελεστικής εξουσίας που δεν δεσμεύεται από τα τυπικά νομικά όρια. Με την παραπάνω πολιτική συντονίζονται ρατσιστικές – φασιστικές επιτροπές κατοίκων που βαυκαλίζονται πως μιλούν στο όνομα της εκάστοτε γειτονιάς και προσπαθούν να επιβάλουν σε αυτή ένα καθεστώς τρομοκρατίας (με πιο γνωστή περίπτωση αυτή στον Άγιο Παντελεήμονα).

Άλλωστε, σε ένα καθεστώς γενικευμένης αστυνομικής διακυβέρνησης, όπου η αστυνομία έχει την αρμοδιότητα να παρεμβαίνει απευθείας στο κοινωνικό πεδίο επιβάλλοντας όχι απλώς το νόμο αλλά μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη πραγμάτων, η διαχείριση των μεταναστών/τριών αποτελεί προνομιακό πεδίο δράσης γι’ αυτήν. Και η αστυνομία δρα ολοένα και περισσότερο στα όρια της τυπικής νομιμότητας, σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ επιβολής του νόμου και παράβασής του, μια παράβαση που προλειαίνει το έδαφος για την αυριανή επέκταση του νόμου. Η αστυνομία δρα έτσι όπως δρα όχι λόγω της πολιτικής της εξουσίας (του υπ. δημ. τάξης) ούτε λόγω των πολιτικών τοποθετήσεων όσων την στελεχώνουν (φασιστικων στην πλειοψηφία τους), αλλά επειδή δομικα ενσαρκώνει μια διαρκή κατάσταση εξαίρεσης και επειδή σήμερα, υπό το φόβητρο της πανταχού παρούσας κρίσης, το τι είναι αποδεκτό και επιτρεπτό διολισθαίνει όλο και περισσότερο από τη βουλή και τις έδρες των δικαστηρίων εκεί όπου πάντοτε ρίζωνε: στις κάννες των αστυνομικών όπλων.

Η διαχείριση αυτή στοχεύει βέβαια στην πειθάρχηση και την «επισφαλειοποίηση» της ζωής των μεταναστών/τριών, στην εσωτερίκευση του φόβου που φτάνει ενίοτε στο σημείο να αποφεύγουν ακόμη και να κυκλοφορήσουν. Μιλάμε για μια τεχνική διακυβέρνησης που, μεταξύ άλλων, χρησιμοποιεί την «εικονική νομιμότητα», με την έννοια ότι, αν δούμε τις αναφορές και τις στατιστικές της ΕΛ.ΑΣ. για την πρόοδο της επιχείρησης «Ξένιος Δίας», από τους μετανάστες και τις μετανάστριες που προσάγονται από τους δρόμους της Αθήνας ελάχιστοι/ες δεν έχουν καθόλου χαρτιά και επομένως κρατούνται για διοικητικούς λόγους κι ακόμα λιγότεροι/ες διώκονται τελικά για κάποιο ποινικό αδίκημα. Βλέπουμε δηλαδή εδώ ότι δεν ενδιαφέρει τόσο η αποτελεσματικότητα της «πάταξης της λαθρομετανάστευσης και του εγκλήματος» όσο ο διαρκής μηντιακός λόγος γύρω από το ζήτημα «μετανάστες στο κέντρο της πόλης» και η καθημερινή, διαρκής και πανταχού παρουσία της αστυνομίας ως υποτιθέμενου αντεγκληματικού μηχανισμού• μάλλον η διαχείριση της αταξίας και της ανεξέλεγκτης κίνησης παρά αυτή καθεαυτή η καταστολή της παρανομίας• μάλλον η διάδοση του ηθικού πανικού παρά η αποτροπή του• μάλλον η διακυβέρνηση μέσω του φόβου παρά η εμπέδωση ενός αισθήματος ασφάλειας.

Όλα τα παραπάνω βέβαια δεν συμβαίνουν σε κοινωνικό κενό• απεναντίας λαμβάνουν χώρα σε μια έντονα πολωμένη κοινωνική συνθήκη. Από τη μία, όσοι συναινούν στον εκφασισμό, είτε με το να κάθονται απαθείς και αμέτοχοι, κοιτάζοντας τη δουλειά τους, είτε με το να τον στηρίζουν έμπρακτα. Και αυτή η στήριξη γίνεται με χίλιους τρόπους: από τα υποτιμητικά βλέμματα στο δρόμο, την εκμετάλλευση των μεταναστών/τριών στις χειρότερες των εργασιών και υπό τις χειρότερες των συνθηκών, την επίμονη απαίτηση από το κράτος να τους «μαντρώσει», να τους καταστείλει ή να τους εκδιώξει από τη χώρα, μέχρι και τη στελέχωση των νεοναζιστικών συμμοριών.

Από την άλλη πλευρά, αυτοί που τους γυρίζει το μάτι κάθε φορά που γίνονται μάρτυρες μαζικών προσαγωγών και ρατσιστικών συμπεριφορών στην ίδια τους τη γειτονιά, που βλέπουν στους/ις μετανάστες/τριες τα ταξικά τους αδέρφια, που ασφυκτιούν μες στη νέα κανονικότητα που χτίζεται στο κέντρο της αθήνας και όχι μόνο, που δεν ανέχονται να ζουν σε μια κοινωνία η οποία επιτρέπει την κράτηση ανθρώπων με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι στερούνται νομιμοποιητικών εγγράφων, που για όλους τους λόγους του κόσμου νιώθουν την ανάγκη να βρεθούν στο πλάι άλλων αγωνιζόμενων ανθρώπων -είτε αυτοί βρίσκονται στην Αμυγδαλέζα είτε στο Φυλάκιο Έβρου είτε έξω από την ΑΣΟΕΕ- και να αντιπαρατεθούν στη σύγχρονη βαρβαρότητα.

Να αντισταθούμε στον εκφασισμό

Κοινός αγώνας ντόπιων και μεταναστών/τριών, εντός και εκτός των τειχών

 
Μέχρι την απελευθέρωση και του τελευταίου μετανάστη/τριας από τα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης

 
Ιανουάριος 2014

 

κείμενο που μοιράστηκε στην πορεία του Σαββάτου 11/01/2014 από την συνέλευση nolager

Be the first to comment

Leave a Reply