Η αναδυόμενη νέα χειραφετική πολιτική. Οι πλατείες και η πρόκληση της αντι-εξουσίας

Ό,τι δεν κατάφεραν χρόνιες προσπάθειες κομματικών πολιτικών μετώπων και συμμαχιών, το κατάφερε η λαϊκή αυτενέργεια με άμεσο τρόπο, έξω από τα καθιερωμένα πλαίσια της συνδικαλιστικής και πολιτικής αντιπροσώπευσης. Ένα πολύμορφο και πολύχρωμο πλήθος ενώθηκε από τα κάτω, χωρίς τη διαμεσολάβηση κανενός, με μοναδική «συγκολλητική ύλη» όχι κάποια προγράμματα και ιδεολογίες αλλά την κοινή άρνηση της σημερινής πολιτικής τάξης και την κοινή αγωνία για ένα διαφορετικό μέλλον. Το ρίζωμα αυτής της κίνησης σε έναν τόπο, με ιδιαίτερη ιστορική και πολιτική συμβολική σημασία, δημιούργησε εξ αρχής τη δυνατότητα μετασχηματισμού μιας απλής, αρχικά, διαμαρτυρίας σε κάτι πολύ περισσότερο: στην αυτοπεποίθηση της επανοικειοποίησης του δημόσιου χώρου, και μάλιστα σε αντίστιξη προς ένα χώρο (Βουλή) υπεξαίρεσης και αλλοίωσης της «λαϊκής θέλησης». Η αβυσσαλέα διαίρεση κοινωνίας και πολιτικής έβρισκε τώρα μια χωροταξική αποτύπωση, δημιουργώντας ένα χώρο όπου μπορούσε πλέον να αναζητηθεί συλλογικά και να αποφασιστεί δημοκρατικά μια ανταγωνιστική προς τους «πάνω» πολιτική των «κάτω».

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το πλήθος της πλατείας, που συγκεντρώθηκε αρχικά υπό το κάλεσμα μιας «πραγματικής δημοκρατίας», από τις πρώτες κιόλας μέρες προέκρινε το πρόταγμα της Άμεσης Δημοκρατίας και του «παίρνουμε τη ζωή μας στα χέρια μας» ως αυτό που μπορούσε να αποτυπώσει την κοινή θέληση, τον προσανατολισμό και τον ορίζοντα της κίνησής του. Πρόκειται για μια θεμελιώδους σημασίας τομή: για πρώτη φορά η απαίτηση του ατομικού και κοινωνικού αυτοκαθορισμού, του κοινού ελέγχου πάνω σε όλες τις συνθήκες της ζωής, καθώς και της ελεύθερης ισότιμης συλλογικής δημιουργίας της κοινής μας ζωής, αναδύεται ως το κεντρικό ζητούμενο μιας μαζικής κοινωνικής και πολιτικής κινητοποίησης, επιχειρώντας να απαντήσει στο «ζήτημα της εξουσίας» με έναν τελείως διαφορετικό από τις παραδοσιακές απαντήσεις τρόπο. Είναι ένας δρόμος απομάκρυνσης από τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες και τον κυβερνητισμό, όπως και από τις τακτικές-στρατηγικές «κατάληψης του κράτους» ή της πίεσης προς αυτό. Στο εξής το ερώτημα αντιστρέφεται: δεν είναι πια το ποιο κόμμα-κυβέρνηση-κράτος είναι πιο ικανό να μας αντιπροσωπεύσει και να μας οργανώσει τη ζωή, αλλά το με ποια μέσα, με ποιες κοινωνικές μορφές και δομές μπορούμε να οργανώσουμε εμείς οι ίδιοι τη ζωή μας με ελευθερία, ισότητα, αλληλεγγύη και αξιοπρέπεια.

Πέρα από την κομματικοκρατική και κρατοκεντρική πολιτική

Αυτή η θεμελιώδης αντιστροφή είναι που αναιρεί όλο το κομματικό οικοδόμημα και την παραδοσιακή πολιτική (καθιστώντας τα έως και εχθρικά) και όχι μια δήθεν «αντι-πολιτική καθυστέρηση» του πλήθους, όπως έσπευσαν να καταγγείλουν πολλοί εντός της Αριστεράς φοβούμενοι την ακύρωση των δικών τους οργανώσεων και του δικού τους «καθοδηγητικού ρόλου». Γιατί αυτή η αντιστροφή δημιουργεί το πέρασμα (ή μάλλον πολλαπλά περάσματα) προς έναν άλλο τύπο, μια άλλη μορφή και ένα άλλο περιεχόμενο, χειραφετικής πολιτικής. Πρόκειται για την ιστορική πρόκληση της επανένωσης κοινωνίας και πολιτικής στη βάση της αυτοθέσμισης, της ισοελευθερίας, της δημιουργίας, υπεράσπισης και ανάπτυξης των «κοινών» (commons)[1].

Αν η εξέγερση του Δεκέμβρη ήταν η ρωγμή που μας επέτρεψε να ξαναφανταστούμε έναν άλλο κόσμο, η «εξέγερση των πλατειών» είναι το κύμα που έθεσε υπό ριζική διερώτηση τα μέσα και τις μεθόδους δημιουργίας αυτού του άλλου κόσμου. Καθώς η καπιταλιστική κρίση μας επαναφέρει βίαια σε μια «γυμνή επιβίωση»[2], η ζωή, με όλες τις ποιότητες, τις σχέσεις και τα νοήματα που την κάνουν άξια να βιωθεί, πρέπει να βρει τους τρόπους να ανασυγκροτηθεί, διαφεύγοντας από τα όρια, τα δεσμά και τη δυναστεία των οικονομικών και πολιτικών μέσων της απογύμνωσης. Για να αναπνεύσει, όμως, αυτή η ζωή, χρειάζεται χώρους αυτόνομους από την κρατική και εμπορευματική κυριαρχία, όπου να μπορούν να αναπτυχθούν σχέσεις κοινότητας, αλληλεγγύης, συνεργασίας και δημιουργίας, έξω, πέρα και ενάντια προς το εκμεταλλευτικό και αγοραίο πλέγμα. Ή όπως το έχει θέσει προ πολλού ο Λιούις Μάμφορντ, «να προχωρήσουμε από μιαν οικονομία του χρήματος σε μιαν οικονομία της ζωής».[3]

Οι πλατείες, με τις δραστηριότητες που φιλοξένησαν και με τις πρωτοβουλίες που πυροδότησαν, ήταν μια διάνοιξη του χώρου προς μια τέτοια κατεύθυνση. Οι λαϊκές συνελεύσεις, ο βασικός αντι-θεσμός των πλατειών, απασχολήθηκαν πολύ λιγότερο με τη σύνταξη γενικών πολιτικών μανιφέστων και πολύ περισσότερο με το σχεδιασμό άμεσων δράσεων και με την αναζήτηση ή και δημιουργία δομών και δικτύων όπου το «παίρνουμε τη ζωή στα χέρια μας» θα μπορούσε να πάρει σάρκα και οστά. Μια βασανιστική διαδικασία επανορισμού της πολιτικής ξετυλίχτηκε εν θερμώ, αφήνοντας αμήχανες ή και εχθρικές τις οργανωμένες δυνάμεις με τα έτοιμα «αιτηματολόγια» και την προαποφασισμένη «πολιτική κατεύθυνση» του αγώνα. Αυτό που βρέθηκε στο επίκεντρο δεν ήταν οι διακηρύξεις αλλά οι πρακτικές της ελευθερίας, όχι η επίκληση αλλά η εξάσκηση στη δημοκρατία, όχι οι συγκεκριμένοι προς κατάκτηση στόχοι αλλά η αλλαγή ενός ολόκληρου τρόπου ζωής.

Άμεση Δημοκρατία: γενικευμένη αυτοδιεύθυνση και υπέρβαση της πολιτικής

Τα παλιά μοντέλα πολιτικής κινούνται εντός της σφαίρας της κυριαρχίας και αναπαράγουν τις σχέσεις της. Ο άξονας οικονομικό συμφέρον-τάξη-αντιπροσώπευση-κυριαρχία οδηγεί πάντα στο κράτος και στη διεύθυνση. Οι πλατείες και χιλιάδες εγχειρήματα σε όλο τον κόσμο ανασχηματίζουν την πολιτική των κάτω σε μια κατεύθυνση πέρα από αυτόν τον άξονα και εντέλει πέρα από την κατάκτηση της εξουσίας, την ηγεμονία, την κυριαρχία. Μια «πολιτική χωρίς κόμμα» και «σε απόσταση από το κράτος»[4] επιχειρεί να σπάσει το φαύλο κύκλο της αναπαραγωγής της πολιτικής ως αλλότριας και αλλοτριωτικής δύναμης, να την επαναφέρει στα χέρια της κοινωνίας ως άμεσης δραστηριότητας ελέγχου και αλλαγής όλων των συνθηκών της ζωής μας.

Η Άμεση Δημοκρατία, ως πρόταγμα που αναδείχθηκε από τις πλατείες, διαγράφει τον ορίζοντα μιας κοινωνικής αντι-εξουσίας.[5] Διαμορφώνει το πλαίσιο της άμεσης και ισότιμης συμμετοχής του καθένα στη συζήτηση και την απόφαση για όλα όσα μας αφορούν, για την ανάπτυξη αυτοδιαχειριστικών εγχειρημάτων τόσο στους χώρους παραγωγής όσο και στη γειτονιά, την παιδεία, την υγεία, τον πολιτισμό. Η πρακτική της είναι η κοινωνικοποίηση, η υπέρβαση της ιδιοκτησίας, η από κοινού δημιουργία των αναγκαίων μέσων της ζωής, η ελεύθερη και ισότιμη πρόσβαση όλων στα κοινά αγαθά. Αλλά, ταυτόχρονα, θεμελιώνεται στην αυτονομία και το αυτεξούσιο του ατόμου, στην ανάγκη της αυτοέκφρασης και αυτοπραγμάτωσης, αποφεύγοντας βίαιες και αυταρχικές «ενοποιήσεις» υπαγορευμένες από κεντρικά γραφειοκρατικά σχέδια. Θεμέλιό της είναι η κοινότητα, όχι μια νοσταλγική και ανεδαφική αναπαράσταση περίκλειστων κοινοτήτων του παρελθόντος, αλλά η «επερχόμενη κοινότητα»[6] αλληλεγγύης και συνεργατικής δημιουργίας που είναι ανοιχτή προς όλους και οριζόντια διασυνδεδεμένη με ανάλογες κοινότητες οπουδήποτε στον κόσμο. Με αυτή την έννοια, διαρρηγνύει τα σύνορα του έθνους-κράτους και ανανεώνει το περιεχόμενο του διεθνισμού, με την έμπρακτη οικοδόμηση σχέσεων αλληλοστήριξης και συνεργασίας που δεν υπόκεινται σε ένα κέντρο αλλά αποτελούν κόμβους ενός οικουμενικού δικτύου.

Δημιουργεί, δηλαδή, τους όρους για τη γενικευμένη αυτοδιεύθυνση, και άρα για την υπέρβαση της ίδιας της πολιτικής ως διαχωρισμένης «ειδικής» δραστηριότητας. Δεν πρόκειται πλέον για την επιβεβαίωση και την επέκταση της ισχύος των κοινωνικών ρόλων και των ταυτοτήτων που μας διανέμει το σύστημα (οικονομική τάξη, παραγωγός, διανοούμενος, τεχνικός, κ.λπ.) αλλά για την ίδια την ανθρώπινη χειραφέτηση. Γιατί, όπως το έθετε ήδη ο «πρώιμος» Μαρξ, «Η ανθρώπινη χειραφέτηση πραγματοποιείται (…) μόνο όταν ο άνθρωπος έχει αναγνωρίσει και έχει οργανώσει τις ατομικές του δυνάμεις σα δυνάμεις κοινωνικές και δε χωρίζει επομένως απ’ τον εαυτόν του την κοινωνική δύναμη με τη μορφή της πολιτικής δύναμης».[7]

Αν, όπως έλεγε ο Χέγκελ, ο νέος κόσμος γεννιέται τόσο μικρός όσο ένα νεογέννητο βρέφος, είμαστε ίσως ήδη σε μια νέα εποχή, καθώς «η επανάσταση γίνεται καθημερινά ενάντια στους ειδικευμένους επαναστάτες, μια επανάσταση χωρίς όνομα, όπως και καθετί που βγαίνει από το βίωμα»…[8]

Κώστας Χαριτάκης

 

[1] Για την έννοια των «κοινών» βλ. M. Hardt – A. Negri, Αυτοκρατορία, μτφρ. Ν. Καλαϊτζής, Scripta, 2002. Επίσης, τη συλλογή κειμένων Commons vs Crisis, έκδοση του Rebel, διαθέσιμη στο www.rebelnet.gr

[2] Παράφραση του όρου «γυμνή ζωή», Giorgio Agamben, Homo Sacer Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή, μτφρ. Π. Τσιαμούρας, Scripta, 2005.

[3] Λιούις Μάμφορντ, Η Ουτοπία, οι δαίμονες της ψυχής και η προοπτική του ανθρώπου, μτφρ. Β. Τομανάς, Νησίδες, 2011.

[4] Alain Badiou, Η πολιτική και η λογική του συμβάντος – Μπορούμε να στοχαστούμε την πολιτική; μτφρ. Δ. Βεργέτις, Τ. Μπέτζελος, Πατάκης, 2008.

[5] Πιο αναλυτικά για την περίπτωση της πλατείας Συντάγματος βλ. Κώστας Χαριτάκης, Η αντι-εξουσία της πλατείας Συντάγματος, εφημερίδα ΔΡΑΣΗ, έκτακτη έκδοση Ιούνιος 2011, διαθέσιμο στο http://efimeridadrasi.blogspot.com/

[6] Giorgio Agaben, Η κοινότητα που έρχεται, μτφρ. Θ. Ζαρταλούδης, Ίνδικτος, 2007.

[7] Καρλ Μαρξ, Για το εβραϊκό ζήτημα, μτφρ. Θ. Παπακωνσταντίνου, Γκοβόστης, 2010.

[8] Ραούλ Βανεγκέμ, Η επανάσταση της καθημερινής ζωής, μτφρ. Σ. Βελέντζας, Άκμων, 1990.

 

Τμήμα κειμένου που περιλαμβάνεται στο συλλογικό τόμο Δημοκρατία Under Costruction, Από τους Δρόμους στις Πλατείες, Επιμέλεια: Χρήστος Γιοβανόπουλος, Δημήτρης Μητρόπουλος, Εκδόσεις Α/ΣΥΝΕΧΕΙΑ, Αθήνα 2011

Be the first to comment

Leave a Reply