Του Peter Waterman
Τον 18ο αιώνα
Κρεμούν τον άντρα και μαστιγώνουν τη γυναίκα
Που κλέβει τη χήνα από τα κοινά,
Αλλά αφήνουν λυτό τον μεγαλύτερο κακοποιό
που κλέβει τα κοινά από τη χήνα.
(Αγγλικό λαϊκό ποίημα, περίπου 1764)
Τον μακρύ 19ο αιώνα
Το προλεταριάτο, η μεγάλη τάξη που αγκαλιάζει όλους τους παραγωγούς των πολιτισμένων εθνών, η τάξη που απελευθερώνοντας τον εαυτό της θα ελευθερώσει την ανθρωπότητα από το δουλικό μόχθο και θα μετατρέψει το ανθρώπινο ζώο σε ελεύθερη ύπαρξη – το προλεταριάτο, προδίδοντας τα ένστικτά του, περιφρονώντας την ιστορική του αποστολή, έχει αφήσει τον εαυτό να διαστραφεί από το δόγμα της εργασίας. Βαναυσότητα και τρόμος έχουν γίνει η τιμωρία του. Όλα τα ατομικά και κοινωνικά δεινά του γεννήθηκαν από το πάθος του για δουλειά.
(Πολ Λαφάργκ, 1893)
Αντί για το συντηρητικό σύνθημα «δίκαιος μισθός για δίκαιη εργασία», θα πρέπει να γράψουμε στη σημαία μας το επαναστατικό σύνθημα: «Κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας». Είναι η ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης να καταργήσει τον καπιταλισμό. Ο στρατός της παραγωγής πρέπει να οργανωθεί, όχι μόνο για την καθημερινή πάλη με τους καπιταλιστές, αλλά και για να συνεχίσει την παραγωγή όταν ο καπιταλισμός θα έχει ανατραπεί. Με την οργάνωση στη βιομηχανία δημιουργούμε τη δομή της νέας κοινωνίας μέσα στο κέλυφος της παλιάς.
(Πρόλογος του Καταστατικού των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου, 1905)
Τον ύστερο 20ό αιώνα – πρώιμο 21ο αιώνα
Οι τακτικές διαβουλεύσεις των Διεθνών Χρηματοπιστωτικών Οργανισμών με Παγκόσμιες Ενώσεις δημιουργούν μια ευκαιρία για αποτελεσματική αλλαγή.
Κατά το παρελθόν έτος, αντιπροσωπείες Παγκόσμιων Ενώσεων έχουν συμμετάσχει σε ανταλλαγές σχετικά με τη συμμετοχή συνδικαλιστικών οργανώσεων στα PRSPs [έγγραφα στρατηγικής για τη μείωση της φτώχειας] και σχετικά με τις επιπτώσεις της ιδιωτικοποίησης στην εργασία, και βρήκαν ότι είναι χρήσιμο… Εργαζόμενες γυναίκες και άνδρες ενδιαφέρονται για πολλούς από τους στόχους που θέτουν οι Διεθνείς Χρηματοπιστωτικοί Οργανισμοί, που κυμαίνονται από την αύξηση των θέσεων εργασίας που προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια και καλύτερες συνθήκες εργασίας, έως την αύξηση του εισοδήματος, τη βελτίωση της κοινωνικής προστασίας και της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών. Τα συνδικάτα θα υποστηρίξουν τις πολιτικές των Διεθνών Χρηματοπιστωτικών Οργανισμών, μόνο αν κάνουν τέτοιες βελτιώσεις πραγματικότητα.
(Global Unions, 2002)
Η εκτεταμένη εφαρμογή της αρχής της κοινής κληρονομιάς της ανθρωπότητας δείχνει τις δυνατότητες αυτής της αντίληψης… Ενάντια στον καπιταλιστικό επεκτατισμό, προτείνει την ιδέα της βιώσιμης ανάπτυξης· ενάντια στην ιδιωτική ιδιοκτησία και τον εθνικό σφετερισμό, την ιδέα της κοινής διαχείρισης των πόρων, της ορθολογικής χρήσης και της μεταβίβασης στις επόμενες γενιές· ενάντια στην κυριαρχία του έθνους-κράτους, την ιδέα της συνένωσης, της διαχείρισης από τη διεθνή κοινότητα …· ενάντια στην ύβρη της επιδίωξης ισχύος που τόσο συχνά οδηγεί στον πόλεμο, την ιδέα της ειρηνικής χρήσης· ενάντια στην πολιτική οικονομία του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος, την ιδέα της δίκαιης αναδιανομής του παγκόσμιου πλούτου…
(Boaventura de Sousa Santos, 1995: 371-2)
Ήδη εύθραυστη πριν από την Enron, η νομιμότητα του παγκόσμιου καπιταλισμού ως κυρίαρχο σύστημα παραγωγής, διανομής, και ανταλλαγής θα διαβρωθεί ακόμη περισσότερο, ακόμη και στην καρδιά του συστήματος. Κατά τη διάρκεια των αλκυονίδων ημερών της λεγόμενης Νέας Οικονομίας το 2000, μια έρευνα από το Business Week διαπίστωσε ότι 72% των Αμερικανών θεωρούσαν ότι οι εταιρείες είχαν πολύ μεγάλη δύναμη πάνω στη ζωή τους. Ο αριθμός αυτός είναι πιθανό να είναι πολύ υψηλότερος σήμερα.
(Walden Bello, 2002)
Παρ ‘όλες τις απόπειρες ιδιωτικοποίησης, αποδεικνύεται ότι υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν θέλουν να ανήκουν σε κάποιον. Μουσική, νερό, σπόροι, ηλεκτρική ενέργεια, ιδέες, συνεχίζουν να εκρήγνυνται έξω από τα όρια που στήθηκαν γύρω τους. Έχουν μια φυσική αντίσταση στην περίφραξη, μια τάση να ξεφύγουν, να διασχίσουν-επικονιάσουν, να ρέουν μέσα από φράχτες, και να το σκάνε από ανοιχτά παράθυρα.
(Naomi Klein, 2002)
Εισαγωγή: Πίσω στο μέλλον;
Ο θάνατος των παλιών διεθνών ουτοπιών της εργασίας (Κομμουνιστική, Σοσιαλδημοκρατική, Ριζοσπαστική-Εθνικιστική – ακόμη και του Επαγγελματικού Συνδικαλισμού) αφήνει το διεθνές συνδικαλιστικό κίνημα στερημένο πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μια αμυντική ατζέντα που πιστεύει ακόμα ότι μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί σε συνεργασία με το κεφάλαιο και το κράτος. Στο μέτρο που η εργασία υιοθετεί αμυντικές ή ακόμη και μαχητικές αντιπολιτευτικές στάσεις, εξακολουθεί να μένει εξαρτημένη, στις πρακτικές και τους λόγους της, από τον δυναμικά εξαπλωνόμενο, παγκοσμιοποιημένο και δικτυωμένο καπιταλισμό. Αυτός διαπερνά επανειλημμένα τις άμυνες της εργασίας, μετατοπίζει τα τέρματα, και ακόμη εγκαταλείπει το ποδόσφαιρο και το γήπεδο για τα παιχνίδια υπολογιστών και τον κυβερνοχώρο. Μιλώντας στο όνομα της προφανώς χωρίς γνώμη «εργασίας των γυναικών και των ανδρών», οι προσφάτως εκ νέου επονομαζόμενες Παγκόσμιες Ενώσεις (Global Unions, βλ. παραπάνω) δίνουν προτεραιότητα στην αναγνώριση από, και στη συνεργασία με, τον εχθρό -τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα- πάνω από οποιοδήποτε άλλο πολιτικό στόχο, κάθε άλλη ιστορική παράδοση, κάθε άλλη ηθική αρχή, κάθε εναλλακτική που μπορεί να φανταστεί κανείς. Και, όσο μπορώ να δω, πάνω από οποιαδήποτε μετρήσιμη θετική επίδραση.
Η εργασία χρειάζεται μια νέα ηθική, όραμα και στρατηγική που δεν θα περιβάλει μόνο τέτοιες αμυντικές και περιορισμένες δράσεις που τα συνδικάτα πρέπει να αναλαμβάνουν, αλλά επίσης θα επιτρέπουν σε αυτά να ενεργούν αυτόνομα και να προχωρήσουν την πολιτική και ηθική επίθεση εναντίον του επιθετικού παγκόσμιου κεφαλαίου και των συνεργαζόμενων με αυτό διεθνικών καθεστώτων. Και επιπλέον, φυσικά, η εργασία πρέπει όλο και περισσότερο να απευθύνεται και να αρθρώνεται με τα «κινήματα αλληλεγγύης και παγκόσμιας δικαιοσύνης» που αναγνωρίζουν τον εχθρό και απορρίπτουν τη συνεργασία με αυτόν.
Συνθήματα και σημαίες
Ένας νέος εργατικός διεθνισμός πρέπει να πάει πίσω για να εμπνευστεί και εμπρός για να απευθυνθεί. Η δημοκρατική και κοσμική τριάδα της Γαλλικής Επανάστασης,
Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα
εξακολουθεί να είναι έγκυρη, αλλά χρειάζεται εκσυγχρονισμό και προσδιορισμό (Αδελφότητα, προφανώς, ως Αλληλεγγύη). Το σύνθημα των Wobblies
Κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας
και τα συναφή εργατίστικα/ενάντια στην εργασία συνθήματα, χρειάζονται πάντρεμα με σχετικές απαιτήσεις που προέρχονται από άλλες ριζοσπαστικές-δημοκρατικές κοινότητες και ταυτότητες. Και χρειάζεται προσδιορισμός του τι ακολουθεί την «κατάργηση». Το 50χρονο σύνθημα της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Ελεύθερων Συνδικάτων (ICFTU),
Ψωμί, Ειρήνη και Ελευθερία
ξεχνά την ισότητα και την αλληλεγγύη, και φέρει ακόμα το βάρος μιας ερμηνείας του «Ελεύθερου Συνδικαλισμού» από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Ενώ η ICFTU και οι συνεργάτες της έχουν εκ νέου αυτοχαρακτηριστεί ως Παγκόσμιες Ενώσεις, έχουν αφήσει τα παραδοσιακά τους συνθήματα ανέγγιχτα. Μια συζήτηση για το θέμα αυτό, με τη συμμετοχή εργαζομένων και συμμάχων τους, μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός διεθνούς εργατικού κινήματος κατάλληλο τόσο για άμεση άμυνα όσο και για ενδεχόμενη επαναδιεκδίκηση κατά τον 21ο αιώνα. Κάποιοι μπορεί να ήθελαν να δουν ένα σύνθημα που συνδυάζει
Ισότητα,
Αλληλεγγύη,
Δημοκρατία,
Χρήσιμη Παραγωγή,
Βιωσιμότητα,
Ειρήνη,
Πλουραλισμό
…;
Κάθε ένας από αυτούς τους όρους είναι σήμερα μέρος της την έννοιας των άλλων. Αλλά προτείνω να δοθεί προτεραιότητα, τουλάχιστον για συζήτηση, σε αυτό το εξισωτικό σύνθημα:
Omnia Sint Communia
(Όλα κοινά)
Η κοινωνική και πολιτική ισότητα (που αποκαλέστηκε, υπό κομμουνιστικά καθεστώτα, «μικροαστική ισότητα»), χρειάζεται επίσης επαναπροσδιορισμό. Θα μπορούσε να αντλήσει από τη ριζοσπαστική-δημοκρατική εργατική και λαϊκή παράδοση (βλ. τα εισαγωγικά αποσπάσματα παραπάνω), και θα πρέπει να προσβλέπει πέρα από την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, πέρα από τον καπιταλισμό (όπως υπονοείται σε ορισμένα από τα παραπάνω αποσπάσματα). Προτείνω την επανερμηνεία της ισότητας σε σχέση με την παλιά/νέα αρχή των κοινών. Πρόκειται για έναν παλιό χώρο μοιράσματος, διαβίωσης και δικαιωμάτων, έναν νέο χώρο για λαϊκή οικειοποίηση επί 1) ενός καπιταλισμού που είναι καρκινικός και 2) των διεθνικών καθεστώτων που είναι συνένοχα και/ή ανίκανα (Branford και Rocha 2002).
Τα κοινά γίνονται κατανοητά σήμερα ως ταυτοχρόνως τοπικά, εθνικά, περιφερειακά, παγκόσμια και πέρα από τη Γη. Ο ουρανός δεν είναι το όριο εδώ. Η ένταση ανάμεσα στην καπιταλιστική οικονομία (κράτος-κεφάλαιο, ιεραρχία-ανταγωνισμός, εξουσία-εκμετάλλευση) και στα κοινά περιλαμβάνει σαφώς σήμερα, μαζί με τους ωκεανούς και το βυθό της θάλασσας, το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα και τον κυβερνοχώρο (ιστοσελίδα CivSoc/CPSR. Barbrook 2002). Αυτά παρέχουν ένα αχανές έδαφος για φιλονικία και, καθώς το κεφάλαιο και το κράτος έχουν τα οικονομικά, τεχνικά, θεσμικά, νομικά και διοικητικά μέσα για την κυριαρχία τους, οι πολιτικές και ηθικές αρχές των ηγεμόνων εκτίθενται όλο και περισσότερο ως άκαμπτες και ξεφτισμένες.
Η εργασία -σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο, στο Βορρά και το Νότο, στην Ανατολή και τη Δύση- είναι τώρα όλο και περισσότερο αντιμέτωπη με την ιδιωτικοποίηση των πάντων (Martin 1993, 2002, ιστοσελίδα Public Services International Research Unit). Τα συνδικάτα βρίσκονται σε αυτούς τους συχνά τοπικούς, στιγμιαίους ή επιμέρους αγώνες, σε συμμαχία με τους κατοίκους των πόλεων, γυναικεία κινήματα, δάσκαλους και γονείς, παραγωγούς γεωργικών προϊόντων, αυτόχθονες πληθυσμούς, οικολογικά κινήματα και/ή κινήσεις καταναλωτών, ομοφυλόφιλους, προοδευτικούς επαγγελματίες και τεχνικούς, ακτιβιστές της δημοκρατίας και της επικοινωνίας. Ο αγώνας για την υπεράσπιση και διεύρυνση των κοινών μπορεί να συνενώσει αυτές τις πιθανές μειονότητες σε υποθετικές πλειοψηφίες. Θα ενισχυόταν προφανώς το εργατικό κίνημα αν αυτά τα ξεχωριστά, ανόμοια, στιγμιαία, μερικά κινήματα μπορούσαν να συνδεθούν συστηματικά με μια πολιτική και ηθική αρχή που έχει τη λειτουργία και την ελκυστικότητα που είχαν κάποτε ο κομμουνισμός, ο αναρχισμός, η σοσιαλδημοκρατία, ή ο ριζοσπαστικός εθνικισμός. Αυτοί οι εθνικοί-βιομηχανικοί σοσιαλισμοί/ριζοσπαστισμοί μπορεί σήμερα να φαίνεται ότι ήταν πρώιμοι, απλουστευμένοι, αναγωγικοί, καθολικοποιητικοί – και ουτοπικοί, με την αρνητική έννοια. Η ουτοπία, όμως, γίνεται λιγότερο φουτουριστική, πιο οικεία, αν και όταν αναγνωρίζουμε ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ένα ενιαίο πράγμα, αλλά σύνθετο και αντιφατικό, που δεν έχει -ακόμη και υπό την παγκοσμιοποίηση- καταλάβει όλο τον κοινωνικό χώρο (Gibson-Graham 1996).
Παρακάτω θα συζητήσουμε τη σχέση μεταξύ εργασίας και κοινών, κυρίως σε διεθνές/παγκόσμιο επίπεδο – έχοντας υπόψη, βεβαίως, ότι «παγκόσμιο» σημαίνει επίσης ολιστικό, και ότι κάθε τόπος, χώρος ή επίπεδο πρέπει σήμερα να γίνεται κατανοητός σε μια διαλεκτική/διαλογική σχέση με τους άλλους. Αλλά θέλω να ξεκινήσω με αυτό που το διεθνές εργατικό κίνημα έχει τόσο εμφανώς χάσει, μειώνοντας σε μεγάλο βαθμό το ρόλο του σε αυτόν του «δημάρχου της πόλης εν καιρώ πολέμου» (μια κάπως υποτιμητική ολλανδική αναφορά στους συνεργαζόμενους με τον κατακτητή αξιωματούχους κατά τη ναζιστική κατοχή), σε αμυντικές μάχες που πρέπει συνεχώς να δίνονται εκ νέου ώστε να αποτραπεί η περαιτέρω υποχώρηση, ή στην επανάληψη του αρχαϊκού-ρομαντικού επαναστατικού-αποκαλυπτικού δόγματος. Θέλω να ξεκινήσω με την Ουτοπία, και για δύο λόγους: 1) επειδή
Το μέλλον δεν είναι αυτό που ήταν παλιά
(αναφέρεται από Sousa Santos, 1995:479)
και 2) επειδή
Ένα χάρτη του κόσμου που δεν περιλαμβάνει την Ουτοπία
δεν αξίζει καν να τον κοιτάξεις
(Όσκαρ Ουάιλντ).
Πράγματι, αυτά τα δύο συνθήματα θα μπορούσαν να συνοδεύουν το Omnia Sint Communia στο δρόμο προς την
Ουτοπία
η οποία είναι πραγματικά μια πολύ ωραία λέξη αφού σημαίνει ταυτόχρονα «πουθενά» και «καλός τόπος». Είναι, με άλλα λόγια, ένας επιθυμητός τόπος που δεν υπάρχει (ακόμα). Η Ουτοπία έχει καταλάβει μια διφορούμενη θέση στο εργατικό κίνημα, από τότε που ο Μαρξ και ο Ένγκελς αντικατέστησαν τον «ουτοπικό σοσιαλισμό» με τον «επιστημονικό σοσιαλισμό», προτείνοντας παράλληλα τον κομμουνισμό (τον οποίο ελάχιστα προσδιόρισαν) ως την αναγκαία, επιθυμητή, αναπόφευκτη εναλλακτική λύση. Με την έκλειψη των «ουτοπιών της εργασίας» (Beilharz 1992), η εργασία έχει διεθνώς χάσει το μεγαλύτερο μέρος της ικανότητάς της να σκέφτεται πέρα από τους συρρικνούμενους ορίζοντες που επέβαλε η επέκταση του καπιταλισμού. Ακόμη, καθώς οι παγκοσμιοποιημένες πολιτιστικές βιομηχανίες γίνονται σε αυξανόμενο βαθμό κεντρικής σημασίας για τον καπιταλισμό, και όλο και περισσότερο καταλαμβάνουν τον «ελεύθερο χρόνο» των καταναλωτών, πρέπει ο αγώνας να «μας απελευθερώσει από τη διανοητική σκλαβιά». Εδώ θα μπορούσαμε βεβαίως να ξεκινήσουμε με τους σοσιαλιστές που το έχουν ήδη αναγνωρίσει αυτό (Frankel 1987) ή το κάνουν καθυστερημένα (Panitch και Leys 2000). Οι τελευταίοι (οι θέσεις των οποίων συζητιούνται στο Waterman 2000), συνοψίζουν την ουτοπία ως εξής:
1. Υπέρβαση της αποξένωσης
2. Εξασθένηση του καταμερισμού της εργασίας
3. Μετασχηματισμός της κατανάλωσης
4. Εναλλακτικοί τρόποι ζωής [φεμινιστικός]
5. Κοινωνικοποίηση των αγορών
6. Οικολογικός προγραμματισμός
7. Διεθνοποίηση της ισότητας
8. Δημοκρατική επικοινωνία
9. Πραγματοποίηση της δημοκρατίας
10. Omnia Sint communia
Πριν εξεταστεί η τελευταία θέση από τις παραπάνω, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε τη θέση που έχει υπό την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση η
Εργασία
για την οποία η παγκοσμιοποίηση σήμανε, ταυτοχρόνως, την παγκόσμια γενίκευση και εντατικοποίηση της προλεταριοποίησης (απώλεια των προ- ή μη-καπιταλιστικών τρόπων παραγωγής) και τη δραματική και επαναλαμβανόμενη απο-/ανα-δόμηση της «εργασίας για το κεφάλαιο» σε όλο τον κόσμο. Η εργασία (ως μισθωτή δουλειά, ως ταξική ταυτότητα, στη συνδικαλιστική μορφή, ως σημαντικός εταίρος στις καπιταλιστικές βιομηχανικές σχέσεις, ως μέρος της καπιταλιστικής κοινωνίας των πολιτών) είναι σε βαθιά κρίση. Αυτό απαιτεί -ακόμη και για την υπεράσπιση της παραδοσιακής συνδικαλισμένης εργατικής τάξης- μια επανίδρυση του εργατικού κινήματος, που θα περιλαμβάνει τα εξής:
1. αναγνώριση, ως υποκείμενο του εργατικού κινήματος, όλων των μορφών της εργασίας για το κεφάλαιο, μισθωτών ή όχι,
2. ανάπτυξη ενός διεθνούς κινήματος των εργασιακών δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο, που θα εμπνέεται όχι από θρησκευτικές ή φιλελεύθερες αρχές της «δικαιοσύνης», αλλά από την ανάγκη, πρώτον, της «απόσπασης της εργασίας από τον ανταγωνισμό», και δεύτερον, της υπέρβασης του συστήματος της μισθωτής εργασίας,
3. αγώνα για ελεύθερο χρόνο ενάντια στην καταναγκαστική εργασία (χρόνος επίσης απελευθερωμένος από την εμπορευματοποιημένη ψυχαγωγία και τις βιομηχανίες αναψυχής),
4. επεξεργασία και αγώνας για εγγυημένο βασικό εισόδημα σε διεθνικό επίπεδο (δηλαδή, εισόδημα ανεξάρτητο από την «εργασία για τον καπιταλισμό»),
5. ανάπτυξη της «αλληλέγγυας οικονομίας» και των «αλληλέγγυων οικονομικών»,
6. ανάπτυξη ενός «νέου κοινωνικού συνδικαλισμού», που σημαίνει δικτύωση μεταξύ:
– κινημάτων διαφορετικών ειδών εργαζομένων,
– εργατικών και άλλων ριζοσπαστικών-δημοκρατικών κοινωνικών κινημάτων (γυναικών, ειρήνης, πολιτισμού/επικοινωνίας, οικολογίας, ανθρώπινων δικαιωμάτων),
– παραδοσιακών και υψηλής τεχνολογίας ή ενδιάμεσων τεχνικών/διαχειριστικών τομέων,
– αγώνων ενάντια στο σύστημα της μισθωτής εργασίας με αγώνες για πόρους και χώρους
υποστήριξης της ζωής.
Το τελευταίο σημείο μάς επιστρέφει στα
Κοινά
η εμπειρία των οποίων υπήρξε καθολική μεταξύ των φτωχών, καθώς βρέθηκαν αντιμέτωποι, και αντιστάθηκαν στην επιβολή, πρώτα, των φεουδαρχικών/αποικιακών τύπων περίφραξης, και έπειτα στην πλήρη καπιταλιστική επίθεση (Χρόνος, εργασιακή πειθαρχία και βιομηχανικός καπιταλισμός, Thompson 1974). Παρά το σφετερισμό αιώνων από το κεφάλαιο και το κράτος (ένας εθνικιστικός, ελιτίστικος, γραφειοκρατικός αντικαταστάτης των «καθολικών ανθρώπων» που θα μπορούσαν να έχουν εκείνο τον καιρό μόνο μια πλασματική ύπαρξη), και παρά τις αποπλανήσεις του καταναλωτικού καπιταλισμού, η λαϊκή φαντασία μπορεί ακόμα να διεγερθεί από τη μνήμη των κοινών, καθώς και από σύγχρονες εκφράσεις της αντίστασης σε τέτοιους σφετερισμούς (κινήματα αυτοχθόνων). Η αναβίωση της έννοιας των κοινών, υπό την παγκοσμιοποίηση, προέρχεται από τουλάχιστον δύο, συνδεδεμένες, κατευθύνσεις:
1. δεκαετίες αγώνων από περιβαλλοντικά και σχετικά κινήματα (συχνά με προέλευση από τη μεσαία τάξη) για την υπεράσπιση ή την επέκταση των κοινών (από άποψη χώρου και πόρων, είτε σε τοπικό, εθνικό, περιφερειακό, παγκόσμιο επίπεδο, είτε στο υπέδαφος, στο εξωγήινο περιβάλλον, στον κυβερνοχώρο),
2. αυξανόμενους λαϊκούς αγώνες (εργαζομένων, κατοίκων πόλεων, αγροτών, αυτοχθόνων και άλλων κοινοτήτων) ενάντια στην αναπτυσσόμενη επίθεση, λεηλασία και αρπαγή από τη νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική ιδιωτικοποίηση, συγκέντρωση, κερδοσκοπία και διαφθορά. Και αυξανόμενη σοσιαλιστική συζήτηση για αυτά.
Μεγάλο μέρος των αγώνων του πρώτου τύπου, «για την κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας», μπορεί να λάβει νομικίστικες ή γραφειοκρατικές μορφές. Εργατικοί/λαϊκοί αγώνες μπορεί ακόμη να εκφραστούν ως αντίσταση, αντίθεση και επιστροφή σε μια χρυσή (έστω αμαυρωμένη) παρελθούσα εποχή κρατικού ελέγχου. Ακόμη και οι λόγοι των κοινών -και η συνακόλουθη προέκταση όλων των πιθανών ριζοσπαστικών-δημοκρατικών εναλλακτικών προς την ιδιοκτησία/έλεγχο από το κεφάλαιο/κράτος- θα μπορούσαν να ενισχύσουν παραδοσιακά εργατικά αιτήματα και να εμπλουτίσουν εκείνα των επαγγελματιών της μεσαίας τάξης, τεχνικών και άλλων.
Η αρχή των κοινών είναι ανατρεπτική των αρχών που διέπουν 1) το σύγχρονο έθνος-κράτος (στην πραγματικότητα το καθορισμένο από το κράτος έθνος) και 2) τον εταιρικό καπιταλισμό. Το κράτος-έθνος εξαρτάται από την αρχή της εθνικής κυριαρχίας, η οποία συνεπάγεται την ηγεμονία του κράτους εντός γεωγραφικών συνόρων (και διακρατικών σχέσεων πέρα από αυτά). Ορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη ως εθνική, είτε ως ελάχιστο κοινό παρονομαστή είτε ως μέγιστο κοινό παράγοντα. Στη βάση του εταιρικού καπιταλισμού είναι η αρχή της ιδιωτικής ιδιοκτησίας (ιδιωτικοποιημένη κατανάλωση, ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες), η οποία, καθώς επεκτάθηκε στην ανθρώπινη ύπαρξη θεωρεί αυτόν/αυτήν τόσο ως εξατομικευμένο/η όσο και ως ιδιοκτήτη/τρια – η «πολιτική θεωρία του κτητικού ατομικισμού» (Macpherson 1962). Στις ακραίες σύγχρονες μορφές της, μετατρέπει ακόμη και τον εθνικό πολίτη σε έναν κοσμοπολίτικο καταναλωτή, και κυριολεκτικά μαρκάρει αυτόν τον καταναλωτή με ένα εταιρικό λογότυπο (Klein 2000). Τόσο ακραίες -αγκαλιάζοντας όλο τον κόσμο και εξαπλώνοντας την κατανάλωση σε όλο τον κόσμο- έχουν γίνει οι παλιές αντιθέσεις μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, εργαζόμενου ως παραγωγού και εργαζόμενου ως καταναλωτή, περιοχών παραγωγής και περιοχών κατανάλωσης, ώστε τα κινήματα γύρω από/ενάντια την εργασία και την κατανάλωση -ακόμα και η μόδα/αισθητική- τώρα συγκλίνουν (Ross 1999). Μια κίνηση διεθνούς αλληλεγγύης, με έδρα στις ΗΠΑ, παράγει τώρα, ενάντια στην εξαντλητική και κακά αμειβόμενη εργασία, τα δικά της (μη-καπιταλιστικά; μετα-καπιταλιστικά;) αθλητικά ρούχα (ιστοσελίδα No Sweat).
Η έκκλησή μου να ενώσει τη φωνή του το διεθνές εργατικό κίνημα τόσο με το λόγο όσο και με τους αγώνες που αφορούν την «κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας», έχει ως στόχο να διευρύνει τους ορίζοντες και την ελκυστικότητά του πρώτου, και να δώσει στους δεύτερους μια άρθρωση με ταξικά/λαϊκά/δημοκρατικά συμφέροντα και ταυτότητες που διαφορετικά ίσως να τα είχαν στερηθεί.
Διεύρυνση των διεθνών οριζόντων και της ελκυστικότητας του εργατικού κινήματος. Όταν, επί του παρόντος, το διεθνές συνδικαλιστικό κίνημα μάχεται την ιδιωτικοποίηση, αυτό γίνεται, συνήθως, από την άποψη της μείωσης της βλάβης ή της αύξησης του οφέλους. Ενώ μπορεί να γίνεται αναφορά, αφενός, στη ζημία από την εταιρική παγκοσμιοποίηση/ιδιωτικοποίηση, και, αφετέρου, στο «κοινωνικό συμφέρον» ή την «κοινωνική διάσταση», δεν αμφισβητούνται οι αρχές της κεφαλαιακής συσσώρευσης ή της κρατικής κυριαρχίας. Και ενώ δεν είμαι εξοικειωμένος με το πλήρες φάσμα των θέσεων των συνδικάτων σχετικά με «την κοινή κληρονομιά», είναι σύνηθες για αυτά που είναι διεθνή να γίνονται ουρά σε προγράμματα προοδευτικών τεχνοκρατών και γραφειοκρατών, και να προτείνουν λύσεις «κοινωνικής συνεργασίας» σε προβλήματα που «οι εταίροι» δημιούργησαν (‘Trade Unions OK…’ 1998, ιστοσελίδα Unicorn).
Δίνοντας στην «κοινή κληρονομιά» ταξικό και λαϊκό χρώμα. Στο βαθμό που έχει τις ρίζες της στον ασθενέστερο Τρίτο Κόσμο, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η «κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας» περιελάμβανε πάντα ένα ανατρεπτικό δυναμικό. Η έννοια έχει πολλά στοιχεία, μεταξύ των οποίων: όχι σφετερισμός, διαχείριση από όλους τους λαούς, διεθνής κατανομή των ωφελειών, προστασία για το μέλλον. Αναφέρεται σε μια διευρυνόμενη ποικιλία αλληλοεπικαλυπτόμενων περιοχών και διαφιλονικούμενων εδαφών: τους ωκεανούς (επιφάνεια και βυθός)· την Ανταρκτική· τεχνουργήματα και εξαιρετικές αστικές και φυσικές περιοχές· την ενέργεια· την τροφή· την επιστήμη και τεχνολογία· το διάστημα, την ατμόσφαιρα, το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα, τις τηλεπικοινωνίες, το Internet· τους γενετικούς πόρους (Chemillier-Gendreau 2002· Souza Santos 1995). Δεδομένης της κρατικιστικής προέλευσης της «κοινής κληρονομιάς της ανθρωπότητας», δεν πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι ο προσδιορισμός και η ενδυνάμωση της «κοινότητας» -στην οποία αυτή η παρελθούσα, σημερινή και μελλοντική κληρονομιά θα μπορούσε να ανήκει- είναι προβληματική. Ιδιαίτερα όταν η κοινότητα των κρατών (η ηγεμονικά ορισμένη «διεθνής κοινότητα»), βρίσκεται αντιμέτωπη με πλούσιες, ισχυρές και -υπεράνω όλων- δυναμικές εταιρείες με τις οποίες τα εν λόγω κράτη έχουν ιστορικά συνενωθεί. Η Chemillier-Gendreau λέει ότι η κοινότητα στην οποία ανήκει αυτή η κληρονομιά πρέπει να επινοηθεί, τόσο όσον αφορά την ταυτότητά της όσο και τις αρμοδιότητές της (οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν την κηδεμονία παράλληλα με την ιδιοκτησία). Η ιδέα της για ένα μελλοντικό «λαό των λαών», απηχεί τον «ένα κόσμο που περιέχει πολλούς κόσμους» των Ζαπατίστας, ή την «κοινότητα των κοινοτήτων» του De Angelis (2001). Σε επίπεδο αρχών, υπάρχει εδώ μια πλουραλιστική ιδέα αλληλεπικαλυπτόμενων κοινοτήτων/κυριαρχιών. Και, τουλάχιστον έμμεσα, πολλαπλών κοινωνικο-πολιτικών επιπέδων, θέσεων (γεωγραφικών), χώρων (κοινωνικο-πολιτιστικών), που υπάρχουν σε μια διαλεκτική και διαλογική σχέση μεταξύ τους. Αυτή η έννοια της κοινότητας δεν υποθέτει αρμονία, μας καλεί απλά να περικλείσουμε, ακόμη και να αποκλείσουμε, τις κύριες πηγές της δυσαρμονίας – την κεφαλαιακή συσσώρευση και την κρατική ιεραρχία. Αλλά ακόμη και αν αυτό συμφωνηθεί, θα πρέπει ακόμη να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της
Σύνδεσης της Εργασίας και των Κοινών διεθνώς
Ανεξάρτητα από την ιστορία, τη μνήμη ή ακόμη και την επιθυμία, πρέπει να αναγνωρίσουμε την απόσταση που υπάρχει σήμερα μεταξύ των εργατικών αγώνων και εκείνων γύρω από τα κοινά, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Θα ήταν εύκολο να κατηγορήσουμε για αυτό μισή ντουζίνα σοσιαλιστικά αποφόρια: την «εργατική γραφειοκρατία»· τον «συνδικαλιστικό ρεφορμισμό», την «εργατική αριστοκρατία», τα «Βόρεια συνδικάτα», τον «συνδικαλιστικό ιμπεριαλισμό». Ωστόσο, όπως ο χαρακτήρας κινουμένων σχεδίων, Pogo, τόσο αξιόλογα είπε κάποτε, «έχω δει τον εχθρό και αυτός είμαστε εμείς». Οι εργαζόμενες τάξεις (όχι λιγότερο από τον εαυτό μου και τους αναγνώστες μου) έχουν κατά βάθος κοινωνικοποιηθεί όχι μόνο δουλεύοντας για κάποιο μισθό, αλλά και με την ιδιωτικοποιημένη κατανάλωση, την παθητική και υποκατάστατη ψυχαγωγία, και με την αντίληψη ότι η ελευθερία συνίσταται σε επιλογή μεταξύ ανταγωνιστικών πολιτικών ελίτ, ανταγωνιστικών τηλεοπτικών καναλιών και ετησίως ξεπερασμένο οπτικοακουστικό εξοπλισμό. Αυτές οι επιθυμίες σε καμία περίπτωση δεν περιορίζονται στις εργαζόμενες τάξεις που μπορούν σήμερα να τις αντέξουν οικονομικά. Κρέμονται μπροστά από εκείνους που μπορούν μόνο να ελπίζουν για την απόκτηση όλων αυτών με «προλεταριακές αγορές», ταραχές και κλοπή. Δεν είναι κάτι που πρέπει να φοβάσαι, αν και θα πρέπει να αισθανόμαστε ότι προκαλούμαστε από αυτό. Πρέπει να είμαστε σε θέση να προσφέρουμε μοντέλα ιδιωτικής και κοινωνικής κατανάλωσης που είναι πιο ελκυστικά και πιο εφικτά, καθώς και πιο βιώσιμα.
Βρίσκουμε τη σύνδεση ανάμεσα σε εργασία και κοινά (εμμέσως, πιο συχνά, παρά ρητά), ίσως, ως επί το πλείστον στα περιθώρια. Αυτό σημαίνει στα περιθώρια των συνδικαλιστικών οργανώσεων (εκστρατείες για την υπεράσπιση/επέκταση των κοινωνικών υπηρεσιών· όπου συνδικαλισμένοι απολύονται και/ή αρνούνται τη μισθωτή εργασία· όπου η μορφή της σχέσης με το κεφάλαιο είναι περισσότερο ασαφής)· στα περιθώρια του εργατικού κινήματος (μεταξύ ελευθεριακών σοσιαλιστών, ή εκείνων που εργάζονται σε συνεταιρισμούς, κοινωνική οικονομία, αλληλέγγυες οικονομίες)· στα περιθώρια του κράτους-έθνους (αυτόχθονες, εργάτες γης, φτωχοί της πόλης)· στα περιθώρια του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος (οι εθνικές οικονομίες που πλήττονται περισσότερο από ανεργία).
Θα επαναλάβουμε ένα μακροχρόνιο λάθος αν χωρίσουμε αυτές τις πρωτοβουλίες και ιδέες σε «μεταρρυθμιστικές/καταπραϋντικές» και «επαναστατικές/χειραφετικές», ιδιαίτερα εάν οι μεν ταυτίζονται με την αρετή, οι δε με την κακία. Αυτό θα σήμαινε ότι κατανοούμε αυτούς τους αγώνες και αυτές τις στρατηγικές ιδεολογικά (σύμφωνα με μια θεωρία/κόμμα/στοχαστή που ισχυρίζεται ότι ενσαρκώνει την αλήθεια) και όχι από την άποψη της αυτο-εκπαίδευσης και αυτο-χειραφέτησης (κατά την οποία τα δρώντα υποκείμενα εξηγούν ή καθορίζουν τα αποτελέσματα). Η σχέση ανάμεσα στο ρεφορμισμό-εντός και στη χειραφέτηση-από, όπως αυτή μεταξύ εργασίας και κοινών, μπορεί και πρέπει σήμερα να νοηθεί στο πλαίσιο του πειράματος, του κριτικού αναστοχασμού, του διαλόγου και της διαλεκτικής. Μια τέτοια αντίληψη σημαίνει επίσης ότι η αξιοποίηση ή η επανανακάλυψη των κοινών δεν εξαρτάται από μια περιοχή του κόσμου, έναν τύπο εργαζομένου, ένα είδος οργανισμού (συνδικαλιστική οργάνωση, εργατικό ή σοσιαλιστικό κόμμα, πρωτοπορία-δίκτυο).
Συμπέρασμα
Το έγγραφο αυτό, όπως οποιοδήποτε θέτει αρχικές σκέψεις, εγείρει τόσες ερωτήσεις όσες και απαντήσεις (περισσότερες απαντήσεις μπορεί να προτείνονται από τις πηγές που παρατίθενται παρακάτω). Αλλά μου φαίνεται ένας καλός τρόπος για να ξεκινήσει ένας παγκόσμιος διάλογος.
Τι, για παράδειγμα, σημαίνει ή θα έπρεπε να σημαίνει πραγματικά omnia sint communia; Ποια κοινότητα; Ιδιοκτησία, επικαρπία, πρόσβαση, κηδεμονία;
Πώς θα διεθνοποιήσουμε ουσιαστικά την ισότητα;
Όλα κοινά (το ποδήλατό μου όπως και οι αλυσίδες μου);
Πώς να αποκαλέσουμε αυτή τη νέα ουτοπία, αν όχι κομμουνισμό (Communism); Commonism; Commonerism; Δεν μπορεί να λέγεται πια κομμουνισμός, ή όχι επί του παρόντος. Αυτός ήταν μια ουτοπία της εθνικής-βιομηχανικής-καπιταλιστικής εποχής. Πολλοί άνθρωποι και λαοί αποξενώθηκαν από τον «κομμουνισμό». Και το αποτέλεσμα της σύγχρονης χρήση του -αν όχι η πρόθεση εκείνων που τον χρησιμοποιούν ακόμα- είναι η απομόνωση από πολλούς άλλους οι οποίοι συμβάλλουν σε μια επανανακάλυψη των κοινών.
Στο βαθμό που μιλάμε για μια διαδικασία όσο και για μια κατάσταση, ένα κίνημα περισσότερο παρά μια κατάσταση πραγμάτων, γιατί να μην την αποκαλούμε με το όνομα που προηγήθηκε του εθνικού βιομηχανικού σοσιαλισμού, και να την ονομάσουμε Νέος Ουτοπισμός; Ή Νέα Κοινωνική Χειραφέτηση;
Ίσως όχι Νέος ουτοπισμός, δεδομένης της αρνητικής χροιάς που έχει στον κοινό νου.
Ίσως Νέα Κοινωνική Χειραφέτηση, που περιέχει ιστορικές και σύγχρονες ακόμη αντηχήσεις των κινημάτων κατά της δουλείας (συμπεριλαμβανομένων των μισθωτών ειδών της), των φυλετικών διακρίσεων και της πατριαρχίας;
Βιβλιογραφία
Barbrook, Richard. 2002. ‘The Regulation of Liberty: Free Trade, Free Speech, Free Gifts on the Net.’http://www.commoner.org.uk/04barbrook.pdf
Bello. Walden. 2002. ‘Capitalist Crisis and Corporate Crime’, Z Magazine, August 7.http://www.zmag.org/content/showarticle.cfm?SectionID=10&ItemID…
Bennholdt-Thomson, Veronika, Nicholas Faraclas and Claudia Von Werlhof, (eds). 2001. There is an Alternative: Subsistence and Worldwide Resistance to Corporate Globalisation. London: Zed.
Beilharz, Peter. 1992. Labour’s Utopias: Bolshevism, Fabianism, Social Democracy. London: Routledge. 168 pp.
Bollier, David. 2002. ‘Reclaiming the Commons: Why We Need To Protect Our Public Resources From Private Encroachment’, Boston Review. Summer. http://bostonreview.mit.edu/BR27.3/bollier.html
Bond, Patrick and Karen Bakker. 2001. ‘Blue Planet Targets Commodification of World’s Water’.http://www.zmag.org/sustainers/content/2001-07/28bond.htm
Branford, Sue and Jan Rocha. 2002. ‘The MST in Historical Perspective’ in Cutting the Wire: The Story of the Landless Movement in Brazil. London: Latin American Bureau. 305 pp.
Chemillier-Gendreau, Monique. 2002. ‘The Idea of the Common Heritage of Humankind and its Political Uses’,Constellations, Vol. 9, No. 3, pp. 375-89.
DeAngelis, Massimo. 2001. ‘From Movement to Society’. http://www.commoner.org.uk/01-3groundzero.htm
DeAngelis, Massimo. 2002. ‘Reflections on Alternatives, Commons and Communities, or Building a New World from the Bottom Up’, draft submitted for discussion and in the hope to receive comments in occasion of the European Social Forum, workshop on ‘Commons and Communities’, Florence 7-10 November 2002.m.deangelis@btinternet.com. 16 pp.
D’Souza, Radha. 2002.’Global Commons: But Where is the Community?’.http://www.voiceoftheturtle.org/show_printer.php?aid=86
Energy Project. 2002. ‘Elements Of An Energy Platform For Sustainable Societies’. Transnational Institute, Amsterdam.
Frankel, Boris. 1987. The Post-Industrial Utopians. Cambridge: Polity Press. 303 pp.
Gibson-Graham, J.K. 1996. The End of Capitalism (as we knew it): A Feminist Critique of Political Economy. Oxford: Blackwell.
Goldman, Michael (ed). 1998. Privatizing Nature: Political Struggles for the Global Commons. Amsterdam: Transnational Institute. 257 pp.
Gorz, André. 1989. ‘Summary for Trade Unionists’ in A Critique of Economic Reason. London: Verso.
Gorz, André. 1999. ‘A New Task for the Unions: The Liberation of Time from Work’, in Ronaldo Munck and Peter Waterman (eds), Labour Worldwide in the Era of Globalisation: Alternative Models in the New World Order. Houndmills: Macmillan.
Gorz, André. 2000. Reclaiming Work, Oxford: Blackwell.
Holloway, John. 2002. Changing the World without Taking Power. London: Pluto.
Holloway, John. 2002. ‘Twelve Theses on Changing the World Without Taking Power’.http://www.commoner.org.uk/04holloway2.pdf
Independent Media Centre Philadelphia. 2002. ‘Alternatives to Corporate Globalisation’.http://phillyimc.org/article.pl?sid=01/11/23/0039242&mode=thread
Industrial Workers of the World. 2002. Premable to the Constitution of the Industrial Workers of the World, 1905.http://iww.org/index.shtml
Kaplan, Temma. 2002. ‘Uncommon Women and the Common Good: Women and Environmental Protest’, in Sheila Rowbotham and Stephanie Linkogle (eds), Women Resist Globalisation: Mobilizing for Livelihood and Rights. London: Zed. Pp. 28-45.
Klein, Naomi. No Logo: No Space, No Choice, No Jobs. London: Flamingo. 490 pp.
Klein, Naomi. 2002. ‘Fences of Enclosure: Windows of Opportunity’. September 21. http://nologo.org/article.pl?sid=02/09/21/1447253&mode=thread
Klein, Naomi. 2002. Fences and Windows: Dispatches from the Frontlines of the Globalisation Debate. London: Picador.
Künnemann, Rolf. ??. ‘Terms of Reference for a Human Rights Debate’. http://www.fes.uwaterloo.ca/Research/FW/
Lafargue, Paul. 1989 (1893, 1907). The Right to Be Lazy. Chicago: Charles Kerr. http://cat.tao.ca/dwu/lafargue-part1.html
Lock, Ineke. 2001. ‘An Annotated Bibliography of the Commons: Compiled by Ineke C. Lock for the Globalism Project, August 2001’. www.ualberta.ca/GLOBALISM/pdf/commonsbibliography.lnk.pdf
Macpherson, C.B. 1962. The Political Theory of Possessive Individualism: Hobbes to Locke. Oxford: Oxford University Press.
Martin, Brendan. 1993. In the Public Interest? Privatisation and Public Sector Reform. London: Zed Books/Public Services International.
Martin, Brendan. 2002. In the Public Service. London: Zed Books/Public Services International.
Neil, Monty, George Caffentzis and Johnny Machete. 1996(?). ‘Toward the New Commons: Working Class Strategies and the Zapatistas’. http://www.geocities.com/CapitolHill/3843/mngcjm.html
Omana Reyes, Alma Cecilia and Jorge Santiago Santiago. 2002. ‘The Solidarity Economy’ (from, Si Uno Come, Que Coman Todos, Economia Solidaria. San Cristobal de las Casas (Mexico):DESMI. http://www.globalexchange.org/campaigns/mexico/ppp/desmi.html
Panitch, Leo and Colin Leys (eds). 2000. Necessary and Unnecessary Utopias. London: Merlin and New York: Monthly Review. 283 pp.
Prelinger, Rick. 2002. ‘Yes, Information Wants to Be Free, But How’s That Going to Happen: Strategies for Freeing Intellectual Property’, in Joel Schalit (ed.), The Anti-Capitalism Reader: Imagining a Geography of Opposition. Brooklyn (NY): Akashic Books.
Public Services International. 200?. Public Services in a Globalised Economy: The PSI Alternative Strategy Revisited http://www.world-psi.org/Psi.nsf/6e53a54ebe88ae01c12568270037cc33/4…
Ross, Andrew (ed). No Sweat: Fashion, Free Trade and the Rights of Garment Workers. London and New York: Verso. 313 pp.
Shiva, Vandana. 2002. Water Wars: Pollution, Profits and Privatisation. London: Pluto. 176 pp.
Sousa Santos, Boaventura. 1995. ‘The Global Commons: Jus Humanitatis’, in Toward a New Common Sense: Law, Science and Politics in the Paradigmatic Transition. London and New York: Routledge. Pp. 365-73.
Sousa Santos, Boaventura and César Rodríguez. 2001. ‘Introduction: Expanding the Canon of Production’ (Alternative Production Systems, Reinventing Social Emancipation Project) http://www.ces.fe.uc.pt/emancipa/research/en/ft/introprod.html
Starr, Amory. 2000. Naming the Enemy: Anti-Corporate Movements Confront Globalisation. London: Zed.
Thompson, Edward. 1974 (1967). ‘Time, Work-Discipline and Industrial Capitalism’, in M. W. Flinn and T. C. Smout (eds), Essays in Social History. London: Oxford University Press.
‘Trade Unions OK with Direction Taken’. 1998. Outreach: The Voice of the NGOs at the CSD [Commission on Sustainable Development]. http://csdngo.igc.org/outreach/vol2_3.htm
Van Parijs, P. (ed.) (1992), Arguing for Basic Income. London: Verso.
Wahl, Asbjørn. 2002. ‘Labour and the WTO’, Our World is Not for Sale Network Seminar, World Social Forum, Porto Alegre, February. 3 pp.
Waterman, Peter. 2002. ‘What’s Left Internationally? Reflections on the 2nd World Social
Forum in Porto Alegre’. Working Paper Series. No. 362. Institute of Social Studies, The Hague. 38 pp. http://groups/yahoo.com/groups/GloSoDia.
Waterman, Peter. 2001. Globalisation, Social Movements and the New Internationalisms. London/Washington: Continuum. 320 pp. (Paperback Edition, New Preface).
Waterman, Peter. 2000. ‘Is it Possible to Build Utopia in One Country?’, Biblio (New Delhi), March-April, pp. 37-8. www.ces.fe.uc.pt/emancipa/cv/gen/waterman.html
Waterman, Peter and Jane Wills (eds). 2001. Place, Space and the New Labour Internationalisms. Oxford: Blackwell. 300 pp. Whitfield, Dexter. 2001. Public Services of Private Profit?. Nottingham: Spokesman Books.
Whitfield, Dexter. 2001. Public Services or Private Profit?. Nottingham: Spokesman Books. 32 pp.
Whitfield, Dexter. 2001. Public Services or Corporate Welfare: Rethinking the National State in the Global Economy. London: Pluto.
Widerquist, Karl. 2002. ‘Perspectives on the Guaranteed Income, Part II’. (A Review of Nine Books on Guaranteed Income). http://www.widerquist.com/usbig/perspectives2.html
Web resources
Alternatives to Corporate Globalisation. Independent Media Center, Philadelphia http://phillyimc.org/article.pl?sid=01/11/23/0039242&mode=thread
Centre for Public Services. www.centre.public.org.uk
Civil Society Democracy Project (CivSoc)/Computer Professionals for Social Responsibility (CPSR).http://www.civsoc.org
Creating Living Alternatives to Wage Slavery. http://www.whywork.org/about/welcome.html
Creative Commons. http://www.creativecommons.org/
Disenchanted Workers Union. http://cat.tao.ca/dwu/index.html
FutureWork. http://www.fes.uwaterloo.ca/Research/FW/
Internet Democracy Project
http://www.internetdemocracyproject.org/
No Sweat 100% Union-Made Apparel. http://nosweatapparel.com/sources/
Our World is not for Sale. http://www.ourworldisnotforsale.org/
Public Services International Research Unit. http://www.psiru.org
Reinventing Social Emancipation http://www.ces.fe.uc.pt/emancipa/en/
Tragedy of the Commons. http://members.aol.com/trajcom/private/trajcom.htm
The Commoner: A Web Journal for Other Values. http://www.commoner.org.uk/
Work Questions. http://members.aon.at/ro.neunteufel/work.htm#->
Unicorn: A Global Unions Anti-Corruption Network/La Red Sindical Global Anticorrupción. corruption@psiru.org,http://www.psiru.org/corruption/indexnew.asp
Μετάφραση: Κ.Χ.
Leave a Reply
You must be logged in to post a comment.