Πικετέρος: η επανάσταση χωρίς πρόσωπο ή χρόνο

Εμπνευσμένοι από τους Ζαπατίστας, οι πικετέρος της Αργεντινής έχουν αναπτύξει το δικό τους σχέδιο αυτονομίας μέσω συνεργατικών και δικτύων αλληλοβοήθειας.

του Τομάς Αστελάρα

Όταν το 1997 στο Βορά και το Νότο της Αργεντινής γεννήθηκαν οι πρώτες κινήσεις πικετέρο (piquetero), και κάποιοι από την παγκοσμιοποιημένη και διανοητικοποιημένη μητρόπολη ξυπνήσαμε με την είδηση ότι μια νέα επαναστατική μορφή πολιτικής διαμαρτυρίας και λαϊκής έκφρασης αναδύεται, εκείνα τα κεφάλια των πικετέρος με τις κουκούλες έφεραν αναπόφευκτα στο μυαλό μας τους Ζαπατίστας.

Είχαμε διαβάσει τα κείμενα του υποδιοικητή Μάρκος, τις συνεντεύξεις του με τον Μονταλμπάν, το βιβλίο του Ζιμπέκι, κάποιοι σύντροφοι είχαν ήδη ταξιδέψει εκεί. Όμως, ενώ όλα φαίνονταν από το διαδίκτυο πολύ μακρινά, κάποια φήμη είχε κάνει την καρδιά μας να χτυπά πιο γρήγορα. Υπήρχε ένας άλλος τρόπος να κάνουμε πράγματα, μια άλλη λογική, και μια εικόνα εξαπλωνόταν σε όλη την ήπειρο, αντικαθιστώντας ενστικτωδώς σε πολλά δωμάτια και πολιτιστικά κέντρα τη διάσημη φωτογραφία του Τσε. Αυτό δεν ήταν κομμουνισμός, δεν ήταν κατάληψη της κρατικής εξουσίας, δεν κατέληξε όπως ένας ανταρτοπόλεμος. Ως κύριο πρωταγωνιστή είχε τους ιθαγενείς οι οποίοι την ίδια στιγμή άνοιξαν ένα παράθυρο επικοινωνίας με τον έξω κόσμο – με μας, τους γκρίνγκος, απελπιστικά πληγμένους από ένα αιματηρό παγκοσμιοποιημένο παρόν και από το σύνολο των επιπτώσεων και των συνεπειών του.

Κάποιος μου είπε κάποτε ότι η επανάσταση στην Τσιάπας μπορεί να ήταν η πρώτη πέτρα που ρίχτηκε σε όλη αυτή τη σειρά λαϊκών εκρήξεων που άρχισαν να εμφανίζονται στη Λατινική Αμερική από το 2000, εκδιώκοντας κυβερνήσεις, δημιουργώντας νέες πολιτικές συνθήκες, αλλά επίσης δημιουργώντας μια νέα συνείδηση.

Η εμπειρία της Αργεντινής

Μπορεί οι κυβερνήσεις των Κίρσνερ στην Αργεντινή να δικαίωσαν τους θανάτους και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πριν από 30 χρόνια˙ αλλά έχουν κρατήσει άθικτο τον ίδιο μηχανισμό εξουσίας που σήμερα δολοφονεί μικρά παιδιά και ηγέτες του κινήματος μέσα στα σπίτια τους, διατηρώντας παράλληλα ένα δίκτυο διεφθαρμένων τοπικών κυβερνήσεων, αστυνομικών, παραστρατιωτικών δυνάμεων και πολυεθνικών εταιριών δραστηριοποιούμενων στη σόγια ή σε μέγα-εξορύξεις στις ιθαγενικές και αγροτικές περιοχές, για να δώσω μερικά παραδείγματα. Αλλά θα κρατάμε πάντα την εικόνα αυτών των παιδιών με τις κουκούλες που μας θύμισαν τους Ζαπατίστας, καθώς και τη δυνατότητα οικοδόμησης ενός νέου κόσμου – όχι μέσω της κυβέρνησης, αλλά μέσω της αυτονομίας, της αυτοδιαχείρισης και της εναλλακτικής επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας την παγκοσμιοποίηση αντίστροφα.

Αυτά τα παιδιά με τις κουκούλες τα οποία θα μπορούσαν να ήταν ιθαγενείς από την Τσιάπας, ή κολομβιανοί αγρότες, ή παλαιστίνιοι έφηβοι, ή έλληνες αναρχικοί, ή διανοούμενοι από το Μπουένος Άιρες, προχώρησαν σε όλη τη χώρα και μια μέρα περικύκλωσαν την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα, όπως ακριβώς οι Ζαπατίστας βάδισαν προς την Πόλη του Μεξικού ή οι Αϊμάρας περικύκλωσαν τη Λα Παζ, ή όπως το Κογκρέσο των Λαών (la Minga de los Pueblos) βγήκε από την Κάουκα προς την Μπογκοτά. Και αυτή η κοινωνική δύναμη όχι μόνο άλλαξε κυβερνήσεις, αλλά επίσης έθεσε στην ημερήσια διάταξη αόρατα προηγουμένως προβλήματα.

Μετά την άνοδο των πικετέρος, οι ισχυροί έπρεπε να τοποθετήσουν νέες κυβερνήσεις που θα έδιναν προσοχή τουλάχιστον σε ένα μικρό μέρος των παραπόνων της κοινωνίας. Για να μας ηρεμήσουν, έπρεπε να μας πουν ψέματα, προσποιούμενοι ότι είναι αριστεροί, pachamamistas, οικολόγοι, αποδεχόμενοι κάποιες ελάχιστες διεκδικήσεις, έστω κι αν ήταν προφανές ότι ήταν του παρελθόντος. Επειδή η ιστορία κατασκευάζει επίσης. Και υπήρχε επίσης, μαγεμένος από νέους λόγους και νέες δυνατότητες, κάποιος από εμάς, κάποιος σύντροφος που πήγε προς το κράτος. Πολλοί, αγορασμένοι τώρα από ανέσεις ή τυφλωμένοι από εξουσία, νιώθουν ρίγος για έναν ορισμένο πραγματισμό˙ ένα ορισμένο όριο στην πολιτική του δρόμου, στη δημιουργικότητα που είναι απαραίτητη για την αλλαγή των ισχυρών αιτίων πίσω από αυτόν το φρικτό κόσμο. Αλλά δεν πρόκειται να το αρνηθούμε: πολλοί που εξακολουθούν να λειτουργούν ως στρατευμένοι μάς βοηθούν να βελτιώσουμε την πρόσβαση σε κρατικούς πόρους για πολλά κοινωνικά και πολιτιστικά κινήματα.

Και ακόμη κι αν πολλοί πολίτες που πέρασαν από όλη αυτή την εμπειρία με τις πικετοφορίες και τις διαδηλώσεις με τα χτυπήματα κατσαρόλας, τις συνελεύσεις και τις πορείες, επέστρεψαν στην άνεση των συμβατικών τους σπιτιών μετά την επαναστατική έκρηξη, πολλοί άλλοι υιοθέτησαν νέες μορφές ζωής, παραγωγής και οικονομίας. “Δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να είναι ακτιβιστές”, μας είπε η Ναόμι Κλάιν, το 2005, σε μια συνέντευξη στο Hecho en Buenos Aires, μια κοινωνική επιχείρηση που παρέχει εργασία σε περίπου 100 άστεγους εκδίδοντας ένα ανεξάρτητο περιοδικό που αναφέρεται σε θέματα που 15 χρόνια πριν θα ήταν αδιανόητα. “Χρειάζεται τεράστια προσπάθεια”, συνέχισε η Κλάιν, “τεράστια μετατόπιση της συνείδησης. Αλλά το γεγονός ότι πολλοί αργεντινοί έχουν ζήσει αυτή την εμπειρία του 2001, σίγουρα δεν θα τους αφήσει αδιάφορους σε τέτοιους προβληματισμούς.”

Το Hecho en Buenos Aires είναι ένα από μια σειρά προγραμμάτων ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης στην Αργεντινή, τα οποία έχουν καταφέρει να στηρίξουν ένα διαφορετικό είδος επικοινωνίας με θετικά κοινωνικά και οικονομικά αποτελέσματα, κοινόχρηστους κόμβους, διοργανώνοντας εκδηλώσεις και δημιουργώντας ένα σημαντικό κυκλοφορικό δίκτυο ανθρώπων, κινήσεων και πληροφοριών για τον άλλο κόσμο που θέλουμε – τον κόσμο προς τον οποίο άνοιξε για πρώτη φορά παράθυρο το κίνημα των Ζαπατίστας.

Η κληρονομιά της εξέγερσης του 2001

Μόνο μερικά πράγματα έχουν απομείνει από εκείνες τις εμπειρίες. Αλλά τώρα έπρεπε οι άνθρωποι να κάνουν πράγματα μαζί, υπήρχε μια κοινωνία που θα μπορούσε να δώσει περισσότερα. Όχι για να κάνουμε μια βίαιη επανάσταση, αλλά για να οικειοποιηθούμε περισσότερες περιπτώσεις συμμετοχής και λήψης αποφάσεων. Αλλάξαμε κατεύθυνση στις προσδοκίες μας από το να θέλουμε να αλλάξουμε τα πάντα σε μία μόνο στιγμή. Αναγκαστήκαμε να προσαρμοστούμε σε ό,τι ορισμένες δημόσιες πολιτικές μάς έλεγαν ότι ήταν δυνατό, προκειμένου να εδραιώσουμε τα αυτοδιαχειριζόμενα, παραγωγικά έργα μας. Ορισμένα από τα έργα αυτά, δέκα χρόνια αργότερα, εξακολουθούν να λειτουργούν, όπως το εργοστάσιο οικοδομικών υλικών που ξεκίνησε ο Νταρίο Σαντιγιάν.

Αυτά μου είπε ο Πάμπλο Σολάνα στη δέκατη επέτειο του Δεκεμβρίου του 2001. Ο Πάμπλο ήταν τότε εκπρόσωπος του Frente Popular Darío Santillan (FPDS), ένα κοινωνικό κίνημα που προέκυψε από το Κίνημα Ανέργων Εργατών (Movimiento de Trabajadores Desocupados – MTD) στη νότια ζώνη της ευρύτερης περιοχής του Μπουένος Άιρες. Αργότερα συμμάχησε με αγροτικά κινήματα, φοιτητές και εργαζόμενους, πάντα με την οριζόντια λογική της λαϊκής συνέλευσης, της εναλλακτικής οικονομίας, έχοντας ως σημείο αναφοράς τους Ζαπατίστας και το κίνημα των ακτημόνων εργατών της Βραζιλίας, αποδεχόμενοι και απαιτώντας κοινωνικά προγράμματα από την κυβέρνηση, αλλά πάντα πολλαπλασιάζοντας αυτούς τους πόρους μέσω της δικής τους εργασίας και χωρίς να επιτρέπουν την παρέμβαση του κράτους στις δικές τους οργανωτικές δομές.

Για τον Σολάνα είναι αδύνατον να αναλυθεί η απόσταση μεταξύ του 2001 και του 2011 χωρίς να ληφθεί υπόψη το 2003. Στην αντίληψή του, ο Κιρνσερισμός ήταν μια απάντηση του συστήματος στο 2001. Ορισμένες πολιτικές παραχωρήθηκαν “από τα πάνω”, όπως στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων ή της δικαιοσύνης με την ανανέωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οικονομική κατάσταση των “συντρόφων” βελτιώθηκε και επέστρεψαν στις μικρές δουλειές τους και στην επισφαλή εργασία. “Από κάτω”, η κυβέρνηση φρόντισε να αφοπλίσει όλες τις προτάσεις λαϊκής συμμετοχής και αυτοδιαχείρισης που γεννήθηκαν το 2001. Επίσης, σε αυτήν την κατεύθυνση συνέβαλε, σύμφωνα με τον Σολάνα, το ότι αυτού του είδους οι εμπειρίες είχαν γίνει επικίνδυνες μετά την ποινικοποίηση της κοινωνικής διαμαρτυρίας και τις δολοφονίες στις 19 και 20 Δεκεμβρίου 2001 και 26 Ιουνίου 2002. Είναι ένα παράδειγμα που εξακολουθεί να επαναλαμβάνεται σε όλη τη Λατινική Αμερική και αποτελεί μια δαμόκλειο σπάθη πάνω από τα κεφάλια πολλών κινημάτων, διαιρώντας τα σε θεσμικά και “αντιδραστικά”, σέρνοντας ηγέτες που προσβλέπουν σε προσωπικά κέρδη σε διαπραγματεύσεις με το κράτος. Ωστόσο, ορισμένες από αυτές τις κοινωνικές δομές συνεχίζουν τη δική τους πορεία αυτονομίας, και κάποιες διεκδικήσεις -αν και μικρές- αφήνουν μια αίσθηση νίκης.

Στο Roca Negra (Μαύρος Βράχος), την κατειλημμένη ιδιοκτησία που το FPDS διατηρεί στη Λανούς, υπάρχει επίσης ένα εργαστήριο μεταξοτυπίας, μια κατασκευαστική και σιδηρουργική συνεργατική (Trasinpat), μια εκδοτική κολεκτίβα (El Colectivo), ένας κήπος, μια βιβλιοθήκη, ένα κέντρο λαϊκής εκπαίδευσης και ένα κοινοτικό ραδιόφωνο, καθώς και ένα online πρακτορείο ειδήσεων (Prensa del Frente). “Κάποιος μπορεί να πει: είναι σε μικρή κλίμακα και έχουν περάσει δέκα χρόνια, αλλά για εμάς αυτά είναι στοιχεία αλλαγής που αφήνουν πίσω τους ιστορικά ίχνη. Δεν άλλαξε η κοινωνία ούτε η λογική της παραγωγής, αλλά έχει καταδειχθεί σε μια κλίμακα τεκμηρίωσης ότι οι σύντροφοι είναι σε θέση να εργαστούν και να ζήσουν με μια διακριτή υποκειμενικότητα, λιγότερο αποξενωμένοι, λιγότερο εκμεταλλευόμενοι”, διευκρινίζει ο Σολάνα.

Στο Roca Negra υπάρχουν 80 εργαζόμενοι που συνδέονται με τη συνεργατική, και 50 ή 70 στις περιμετρικές γειτονιές, προσθέτοντας και τους καθηγητές του κέντρου λαϊκής εκπαίδευσης και άλλους συνεργάτες˙ περίπου 200 άτομα συνολικά συνδέονται άμεσα με το MTD της Λανούς. Όσο για το Frente, σύμφωνα με τον Σολάνα: “μπορεί να είναι μερικές εκατοντάδες σύντροφοι με αυτά τα χαρακτηριστικά.”

Τα πλεονάζοντα κέρδη της συνεταιριστικής εργασίας των τελευταίων 10 ετών χρησιμοποιήθηκαν για να αγοραστεί γη και να συμπληρωθούν τα κοινωνικά προγράμματα με μισθούς που κυμαίνονται μεταξύ 1.200 και 4.000 πέσος, ανάλογα με τις ώρες εργασίας, την πολιτική αφοσίωση και ορισμένες τεχνικές δεξιότητες. Τα πάντα αποφασίζονται σε συνελεύσεις με άμεσες ψηφοφορίες στις γειτονιές, σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Και αν υπάρχει χρόνος, οι σύντροφοι της κουζίνας κάνουν εμπανάδας (empanadas) για τους φοιτητές της περιοχής που βρίσκονται σε περίοδο εξετάσεων ή οι συνεργατικές ζωγραφίζουν τους τοίχους του Ειδικού Σχολείου.

Οικοδομώντας Δίκτυα Παραγωγής

Το FPDS είναι ένα ευρύ και σύνθετο δίκτυο, σχεδόν σαν ένα κράτος ή μια πολυεθνική εταιρεία˙ τα παραγωγικά έργα του εκτείνονται σε όλη τη χώρα, οι ενισχύσεις πάνε και έρχονται. Είναι δυνατό να καλύψει τους εργαζόμενους της Μαρ δελ Πλάτα που εργάζονται και ζουν την εμπειρία των productivos του Πνευματικού Κέντρου Όλγα Βάσκες ντε λα Πλάτα (το οποίο έχει τη δική του πιτσαρία, σιδηρουργείο και εκτυπωτικό εργαστήριο). Από την άλλη πλευρά, το Δίκτυο Tacurú κάνει παραδόσεις πόρτα-πόρτα προϊόντων του FPDS, καθώς και ανακτηθέντων εργοστασίων, αγροτικών ή ιθαγενικών κινημάτων και κοινωνικών επιχειρήσεων, όπως η Burbuja Latina που παράγει υλικά καθαρισμού στο Πολιτιστικό Κέντρο ντε λα Σάλα (De La Sala).

Σε μια συνέλευση στη νότια περιοχή του FPDS μπορεί κάλλιστα να αποφασιστεί ότι τα πλεονάζοντα κέρδη της συνεργατικής Trasinpat θα δαπανηθούν για την απόκτηση ενός μικρού φορτηγού για τη διανομή των λαχανικών της Ένωσης Εργατών Γης (Unión de Trabajadores de la Tierra – UTT), έναν αγροτικό συνεταιρισμό στη Λα Πλάτα. “Είναι σημαντικό ότι τα έργα μας είναι αλληλένδετα και ότι μπορούμε να καταναλώνουμε δικά μας πράγματα. Όμως κάθε κολεκτίβα έχει τη δική της αυτονομία, την ανεξαρτησία της, αποφασίζοντας χωρίς να έχει κανέναν να την εποπτεύει, χωρίς κανέναν να δίνει εντολές, αλλά με μια υπεύθυνη στάση όσον αφορά το χρόνο των συνελεύσεων, όπου υποβάλλει και παρουσιάζει τις εργασίες που πρέπει να γίνουν. Τώρα, μας έχουν αφήσει να εδραιωθούμε και να κάνουμε κάποιες πωλήσεις, πάνω απ’ όλα για εσωτερική κατανάλωση”, εξηγεί ο Λεό Σαντιγιάν, καθισμένος σε ένα σακί τσιμέντου μπροστά από τις αποθήκες του εργοστασίου τσιμέντου, το οποίο επίσης ανακαινίσθηκε με πλεονάζοντες πόρους του MTD.

Όταν ο Λεό μιλάει για εσωτερική κατανάλωση, δεν αναφέρεται στην Αργεντινή αλλά στο FPDS και την πώληση των μπλοκ για κατασκευές στις γειτονιές, ή στο MTD Esteban Echevarría. Επίσης, στο Envión, ένα κέντρο νεολαιίστικης δραστηριότητας που έχει σχεδιασθεί σε μια από τις εγκαταλελειμμένες αποθήκες της Roca Negra και που τώρα την έχει αναλάβει μια ομάδα εργαζομένων της Fasinpat. “Αν είχες έρθει πριν δέκα χρόνια θα μας είχες συναντήσει πιθανώς να καίμε λάστιχα ή θα μπορούσε ακόμη και να σε έχουμε χτυπήσει. Τώρα έχουμε τροφή, έχουμε δουλειά, και μπορούμε να σκεφτόμαστε και άλλα πράγματα, όπως το πώς να σε φιλοξενήσουμε καλά”, λέει ο Κάρλος, παλιά Περονιστής χίπης, ακόλουθος του Ημερολογίου των Μάγιας, ένας από τους πρώτους που ήρθαν στο Roca Negra. “Κάποτε είπα ότι αν θέλαμε να αλλάξουμε την πραγματικότητα θα έπρεπε να έχουμε ένα σχολείο. Το είπα σαν ένα όνειρο. Σήμερα το σχολείο έχει αποφοίτους.”

Υπάρχουν σύντροφοι που μου δείχνουν τα παρτέρια που είναι κατασκευασμένα από ανακυκλωμένα ελαστικά, για να δείξουν ότι δεν χρησιμοποιούνται πια. “Αφήστε τα παλούκια θαμμένα στο παρελθόν”, είναι η συμβουλή του Χόρχε. Άλλοι θέλουν να αλλάξουν το “D” των χωρίς απασχόληση εργαζομένων (από το “disoccupied”) με το “D” του αξιοπρεπούς (από το “dignified”). Ο Πάμπλο είναι σκεπτικός, γι’ αυτόν το εγχείρημα κινείται πιο αργά. “Στο όνομα του κινήματος των πικετέρος έχουν διαπραχθεί βαρβαρότητες. Δεν ντρεπόμαστε, αλλά σήμερα σίγουρα είμαστε κάτι πιο σύνθετο, πολύ πιο πλούσιο. Αλλά αν χρειαστεί να κάψουμε λάστιχα και πάλι, θα το κάνουμε.”

Φέτος, το FPDS υπέστη ένα ισχυρό πλήγμα˙ με τη μορφή μιας διαίρεσης γύρω από το ερώτημα της συμμετοχής ή όχι στις εκλογές. Ορισμένες οργανώσεις, γενικά συνδεδεμένες με το πανεπιστήμιο και περισσότερο διανοητικά δίκτυα, αποφάσισαν να τοποθετηθούν στον πολιτικό δρόμο και έφυγαν από το FPDS προς την Corriente Nacional, συμμετέχοντας στις εκλογές στο Ροζάριο και την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα. Μια άλλη ομάδα προτίμησε να συνεχίσει τη δραστηριότητα σε επίπεδο βάσης, στις γειτονιές, σε παραγωγικά έργα, παλεύοντας ενάντια στην κυβέρνηση, προκειμένου να επιτευχθούν καλύτερες συνθήκες ζωής.

Πρόκειται για μια κίνηση εμπρός και πίσω, ένα δούναι και λαβείν, έναν ρυθμό pachakuti που εμείς, οι γκρίνγκος, καταλαβαίνουμε πολύ λίγο. Αλλά είδαμε λίγο φως σε αυτή τη γέφυρα προς έναν άλλο κόσμο που δημιουργήθηκε από το Ζαπατισμό, και έχουμε μάθει να προσδοκούμε αυτή τη συμμαχία μεταξύ παλαιών και νέων ανθρώπων, αναζητώντας τις ρίζες, εξερευνώντας νέους κόσμους – και φυσικά, κατά καιρούς προκαλώντας αταξία με τον ένα ή τον άλλον τρόπο. Είμαστε οι άνθρωποι χωρίς πρόσωπο ή χρόνο.

 

Ο Tomás Astelarra είναι αργεντινός δημοσιογράφος, συγγραφέας, μουσικός, οικονομολόγος.

Μετάφραση: εργατική εφημερίδα Δράση

Πηγή του αγγλικού κειμένου: roarmag.org

Be the first to comment

Leave a Reply